Σε δεκάδες μητροπολιτικές περιοχές ανά τον κόσμο, η αγορά ακινήτων έχει πάψει να λειτουργεί με βάση τη θεμελιώδη ανάγκη για στέγαση. Αντ’ αυτού, έχει μετατραπεί σε ένα υπερκερδοσκοπικό εργαλείο συσσώρευσης πλούτου — με αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών, την περιθωριοποίηση της μεσαίας τάξης και την εκτόξευση των ενοικίων.
Αναλύσεις από το Bloomberg και το Guardian δείχνουν ότι σε πολλές δυτικές πρωτεύουσες (Λονδίνο, Παρίσι, Τορόντο, Σίδνεϊ), οι κατοικίες αγοράζονται πλέον κατά πλειοψηφία όχι από μελλοντικούς ενοίκους ή ιδιοκατοίκηση, αλλά από:
• funds, ασφαλιστικά ταμεία και θεσμικούς επενδυτές
• πλούσιους ιδιώτες που αναζητούν «ασφαλή περιουσιακά στοιχεία»
• επιχειρηματίες βραχυχρόνιας μίσθωσης τύπου Airbnb
Το αποτέλεσμα; Η προσφορά μειώνεται, η ζήτηση για επενδυτικά ακίνητα εκτινάσσεται, και η βασική λειτουργία της κατοικίας —η στέγαση— υποβαθμίζεται σε κοινωνική πολυτέλεια. Σε πολλές περιπτώσεις, νεόδμητες πολυκατοικίες μένουν εντελώς ακατοίκητες για μήνες ή χρόνια, λειτουργώντας ως «σκιώδη αποθέματα αξίας».
Ταυτόχρονα, οι κυβερνήσεις διστάζουν να παρέμβουν δυναμικά. Οι προσπάθειες ρύθμισης τύπου rent control ή επιβολής φόρων σε άδεια ακίνητα συναντούν την αντίσταση λόμπι και επενδυτών.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι θεμελιώδες: Θα συνεχίσει η κατοικία να αντιμετωπίζεται ως κοινωνικό αγαθό, ή πλέον ως αποκλειστικό εργαλείο χρηματοπιστωτικού παιχνιδιού;
Μετάφραση και προσαρμογή από The Guardian, Bloomberg & The Atlantic